Το μυστήριο της 8ης Ημέρας- Ορθόδοξη χριστιανική εσχατολογία,
Αθήνα 2015, εκδ. Αποστολική Διακονία, σελ. 178-181
Αθήνα 2015, εκδ. Αποστολική Διακονία, σελ. 178-181
Επί
τού θέματος αυτού δεν υπάρχει εκπεφρασμένη και επίσημη θέση της
Ορθοδόξου Θεολογίας. Απόψεις επί του θέματος έχουν διατυπώσει διάφοροι
εκκλησιαστικοί συγγραφείς και Πατέρες της Εκκλησίας, οποίες όμως δεν
έχουν γίνει αποδεκτές από την Εκκλησία. Οι σπουδαιότερες από τις απόψεις
αυτές έχουν ως εξής:
α) Ο Ωριγένης, ο πρώτος χριστιανός θεολόγος
(185-254), επηρεασμένος από τις επικρατούσες φιλοσοφικές αντιλήψεις,
δεχόταν την οριστική αποκατάσταση όλων των πεπτωκότων έλλογων κτισμά
των, των ανθρώπων και των δαιμόνων.
β) Οι Καππαδόκες Πατέρες: Ο Μ. Βασίλειος και ο
αδελφός του Γρηγόριος Νύσσης δέχονται, κατ' αρχήν την οριστική εξαφάνιση
του κακοϋ, γενικώς. Η επιχειρηματολογία τους είναι η εξής:
Ο Αδάμ βρέθηκε έξω από τον Παράδεισο «ουκ εξ
ανάγκης κακός, αλλ' εξ αβουλίας γενόμενος». Η «αβουλία» εδώ έχει την
έννοια του αποτελέσματος που είχε στον άνθρωπο η κακή χρήση της
ελευθερίας του, του «αυτεξουσίου». Το ότι, δηλαδή, η ενσυνείδητη
διαστροφή του κριτηρίου της διάκρισης και εκλογής του καλού ή του κακού
κατέστησε τον άνθρωπο άβουλο, αλλοτρίωσε δηλαδή την λειτουργία της
θέλησής του, γεγονός που τον οδήγησε τελικά στην έκπτωσή του από την
κοινωνία του Θεού () 144.
Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, εξ άλλου, δέχεται ότι
ο δρόμος του κακού έχει ορισμένο μήκος και, επομένως, κάποτε θα
τελειώσει. Ταυτόχρονα δέχεται, ότι το κακό , ως αλλότριο προς την
ανθρώπινη φύση προκαλεί πλησμονή και κορεσμό. Έτσι εξηγείται το γεγονός,
ότι πολλοί άνθρωποι που δοκίμασαν τα πάντα, με την ελπίδα ότι θα βρουν
σε αυτά την πληρότητα και το νόημα της ζωής, τελικά μετανοούν και
αλλάζουν (πρβλ. Ματθ. κα' 31). Την προσωρινότητα του κακού, ο άγιος
Νύσσης, την παρομοιάζει με το φαινόμενο του ήλιου. Όπως, δηλαδή, η
έκλειψη του ήλιου είναι προσωρινή και μικρής διάρκειας και το σκοτάδι
παρατηρείται για τόσο μόνο όσο παρεμβάλλεται η σελήνη ανάμεσα στη γη και
τον ήλιο (=έκλειψη ηλίου), έτσι και το κακό είναι προσωρινό. Εάν,
λοιπόν, κινηθεί κανείς και βγει έξω από τα όρια της σκιάς του κακού,
τότε θα βρεθεί στο άπλετο φως του αγαθού, επειδή η φύση του α γαθού,
σε σύγκριση με τα μέτρα του κακοϋ, πλεονάζει στό άπειρο (2) 145. Ο
'’γιος Νύσσης δέχεται επίσης ότι, τελικά, μετά την εξαφάνιση του κακού,
οι κακοί και αμαρτωλοί άνθρωποι, επειδή απόκτησαν την πικρή εμπειρία
του, θά υποταχθούν στην ααθή εξουσία του Θεού. Την άποψη αυτή, ο άγιος
Πατέρας την βασίζει στη διδαχή του αποστόλου Παύλου περί
υποταγής (εκούσιας ή ακούσιας) των πάντων στον Χριστό: «Εν τω ονόματι
Ιησού παν γόνυ κάμψη επουρανίων (=αγγέλων, εκουσίως) και επιγείων
(=ανθρώπων, εκουσίως ή ακουσίως) και καταχθονίων (=δαιμόνων, ακουσίως)
και πάσα γλώσσα εξομολογήσεται ότι Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού
Πατρός» (Φιλ. β' 10-11. Πρβλ. Α' Κορ. ιε' 24-28).
Τότε ο Θεός δεν θα αφήσει έξω από τη Βασιλεία
του κανένα δημιούργημα. Γιατί, όταν διαλυθεί το κακό σαν κίβδηλο υλικό
μέσα στη φωτιά της θεϊκής αγάπης που καθαρίζει τα όντα από τα ανάμικτα
στοιχεία, τότε κάθε κτίσμα του Θεού θα γίνει και πάλι τέτοιο όπως ήταν
στην αρχή «ότε ούπω την κακίαν εδέξατο» (3) 146.
γ) Ο άγιος Μάξιμος, ο Ομολογητής, όπως και ο
άγιος Νύσσης, δέχεται, κατ' αρχήν, ότι το κακό θα καταργηθεί, πρώτα, στο
σώμα όλων των ανθρώπων, με την κοινή ανάσταση, υπό την μορφή της
κατάργησης της φθοράς και του θανάτου. Δεύτερον, το κακό θα καταργηθεί
και στις ψυχές των ανθρώπων, με δύο τρόπους: με τι ότι το κακό θα παύσει
να υπάρχει και να ενεργεί και με το ότι οι ψυχές που υποστασιοποίησαν
το κακό, ενώ θα αναζητούν ακατάπαυστα την ικανοποίηση από αυτό, δεν θα
την βρίσκουν. Ως εκ τούτου, θα λησμονήσουν το κακό και μη βρίσκοντας
πουθενά τη χαρά και την ικανοποίηση, θα επιστρέψουν στον Θεό, που είναι η
αιώνια χαρά και ευτυχία των κτισμάτων.
Η επιστροφή όμως αυτή των ψυχών δεν θα έχει την
έννοια της θεοκοινωνίας, όπως αυτό θα συμβεί με τους πιστούς, αλλά
απλώς την έννοια της γνώσεως των αιωνίων αγαθών, όπως εσημειώσαμε και
πιο πάνω.
Ο άγιος Μάξιμος, επίσης, διατυπώνει την άποψη,
«ότι ο Γρηγόριος Νύσσης, με όσα γράφει για την αποκατάσταση των πάντων,
δεν αναφέρεται και στην περίπτωση των δαιμόνων, αλλά στην εσχατολογική
κατάσταση της ανθρώπινης φύσης που θα γίνει καινή με την καινή ανάσταση
(4) 147.
Το θέμα άλλωστε της αποκατάστασης των δαιμόνων ή
μη δεν ανήκει στο Ευαγγέλιο των ανθρώπων. Είναι ζήτημα που αφορά σε
άλλα, άϋλα δημιουργήματα του Θεού, για τα οποία εμείς οι άνθρωποι
ελάχιστα γνωρίζομε και για τα οποία ο Θεός διατηρεί κατ'
αποκλειστικότητα την απόλυτη αρμοδιότητα και εξουσία Του (πρβλ. «α ο
Θεός έθετο εν τη ιδία εξουσία», Πράξ. α΄, 7).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου