Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2013

ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΛΥΤΑΡΧΙΑ ΣΤΗΝ ΑΙΡΕΣΗ

ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΛΥΤΑΡΧΙΑ ΣΤΗΝ ΑΙΡΕΣΗ



ΕΝΟΤΗΤΑ
ΚΑΙ ΑΠΟΛΥΤΑΡΧΙΑ ΣΤΗΝ ΑΙΡΕΣΗ
Αρχιμ. Αυγουστίνου Γ. Μύρου,
Θ. Ιεροκήρυκος Ι. Μητροπόλεως Σερβιών και Κοζάνης

    Θεμελιώδες γνώρισμα της Εκκλησίας ως Σώματος του Χριστού είναι η ενότητα. Όπως σ' ένα ζωντανό ανθρώ­πινο σώμα δεν μπορούμε να διανοη­θούμε να είναι τα μέλη του ανεξάρτητα από το κυρίως σώμα, ή να αντιμάχονται μεταξύ τους, κατά παρόμοιο τρόπο, και πολύ περισσότερο, δεν μπορούμε να σκεφθούμε ότι το Σώμα της Εκκλησίας του Χριστού είναι δυνατό να είναι δι­αιρεμένο. Για το σημείο αυτό είναι εξαιρετικά διαφωτιστικοί οι λόγοι του αποστόλου Παύλου, που γράφει για την Εκκλησία στους Εφεσίους: «Εν σώμα και εν Πνεύμα καθώς και εκληθήκατε εν μια ελπίδι της κλήσεως υμώνΕις Κύ­ριος, μία Πίστις, εν βάπτισμα, εις Θεός και Πατήρ πάντων και επί πάντων και δια πάντων και εν πασιν ημίν»(Εφ. 4,4-6).
Με άλλα λόγια, σύμφωνα με την απο­κάλυψη του Θεού, που μας παραδίδει ο απόστολος Παύλος και ερμηνεύει δια­χρονικά η Εκκλησία, η ενότητα της Εκ­κλησίας δεν είναι απλώς ένα ανθρώπινο κατόρθωμα, αλλά ένα εξαίρετο θείο δώρο. Κι αυτό φαίνεται ολοκάθαρα από τους βασικούς παράγοντες, που ο από­στολος του Θεού παραθέτει ως συντελε­στές για την επίτευξη της ενότητος: Το Σώμα του Χριστού, στο οποίο είμαστε μέλη, το Άγιο Πνεύμα, που χαρίζει τον σύνδεσμο της ειρήνης ανάμεσα στα μέλη της Εκκλησίας, η αιώνια Βασιλεία του Θεού, στη οποία είμαστε καλεσμένοι, το Άγιο βάπτισμα, με το οποίο εισαχθήκαμε στη Εκκλησία, και αυτός ο ίδιος ο Θεός Πατήρ, που είναι η αρχή των πά­ντων. Σ' αυτά στηρίζεται η ενότητα της Εκκλησίας. Το δικό μας χρέος, το χρέος των πιστών, δεν είναι να δημιουργήσου­με την ενότητα, αλλά να την διατηρή­σουμε, όπως πάλι σημειώνει ο απόστο­λος:«σπουδάζοντες τηρείν την ενότητα της πίστεως εν τω συνδέσμω της ειρήνης»(Εφ. 4,3).
    Οαπόστολος Παύλος μας υποδεικνύει και τον τρόπο, με τον οποίο μπο­ρούμε να διατηρήσουμε την ενότητα της Εκκλησίας· με το να καταφύγουμε στη θεία βοήθεια. Αυτό σημαίνει ο λόγος του, «εντω συνδέσμω της ειρήνης».Η ειρήνη είναι καρπός του αγίου Πνεύμα­τος, όπως μας το λέγει πάλι ο ίδιος, «ο δε καρπός του Πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά, ειρήνη...»(Γαλ. 5,22). Επομένως, για να συντελέσουμε στη ενότητα της Εκκλησίας και να την διατηρήσουμε, δεν μπορούμε παρά να αφήσουμε τον εαυτό μας ανοικτό στη χάρη του αγίου Πνεύματος, που θα μας χαρίση τον σύν­δεσμο της ειρήνης, ώστε μ' αυτόν να οικοδομηθή η ενότητα.
Εδώ ακριβώς ευρίσκεται το καίριο σημείο, που διαφοροποιεί τους αιρετικούς.Αυτοί ξεχνούν ότι η ενότητα της Εκκλησίας είναι δώρο του Θεού και την λογαριάζουν ως κατόρθωμα των μελών της.Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να επιστρατεύουν τις ανθρώπινες δυνάμεις, δηλαδή την λογική, την ευφυΐα, την ψυ­χολογία, την ανθρώπινη ισχύ, το χρήμα, την διπλωματία, για να την επιβάλλουν εξωτερικά, κατ' απομίμηση των δυνα­στών του κόσμου.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα πρότυπα του κόσμου,η ενότητα μπορεί να επιτευχθή με δύο κυρίως τρόπους: είτε με την θέ­ληση και συμφωνία όλων των μελών της Εκκλησίας, είτε με την απολυταρχική επιβολή μιας πανίσχυρης κεντρικής εξουσίας.Όποτε έχουμε στο σύνολο των αιρέσεων δύο κυρίως ομάδες συ­στημάτων:την ομάδα των «δημοκρα­τικών» και την ομάδα των «απολυταρ­χικών» συστημάτων.
Για την περίπτωση των «απολυταρ­χικών» συστημάτων στις αιρέσεις κλα­σικό παράδειγμα αποτελεί ο Παπισμός και είναι πολύ ενδιαφέρουσα στο σημείο αυτό η ιστορική του εξέλιξη.
    Όταν το568μ. Χ. οι βάρβαροι Λομ­βαρδοί μετακινήθηκαν από τον βορρά προς την Ιταλία, η αυτοκρατορική πρω­τεύουσαΡαβέννααποκόπηκε από τη Ρώμη. Τότε ο πάπας έγινε υπεύθυνος για την στρατιωτική άμυνα και την πο­λιτική διοίκηση της σημαντικής αυτής πόλης. Στη ουσία ο πάπας έγινε τότε ένας άρχοντας με κοσμικές εξουσίες, τις οποίες δεν θέλησε ποτέ να εγκαταλείψη, αλλά τις κληροδότησε σε όλους τους μέ­χρι σήμερα διαδόχους του. Λησμονώ­ντας τους λόγους του Χριστού,«απόδοτε ουν τα Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ»(Μθ. 22,21), και ότι «ηβασιλεία η εμή ουκ εστίν εκ του κόσμου τούτου»(Ιω. 18,36), υπέκυψε στις εμπαθείς ανθρώπινες επιθυμίες και επέλεξε να είναι κεφαλή τόσο της Εκκλησίας όσο και του κράτους.
Σε τελική ανάλυση, αίτια της αιρετικής αυτής πτώσεως είναι ο εωσφορικός εγωισμός, που γέννησε την ολιγοπιστίαότι η Εκκλησία δεν μπορεί να κυβερνηθή σω­στά με τον τρόπο που παρέδωκε οίδιος ο Χριστός.Υπερίσχυσε έτσι η πίστη ότι αυτό μπορεί να γίνη, εάν η Εκκλησία μετατραπή σ' ένα είδος κράτους με πανί­σχυρη κεντρική εξουσία, κατά τα πρότυ­πα των μεγάλων κυρίαρχων κοσμικών κρατών. Αυτή η λανθασμένη θεμελιώδης αντίληψη πολλών Δυτικών ωδήγησε αρχικά στη διεκδίκηση τουπρωτείουκαι αργότερα στη θεσμοθέτηση τουαλαθήτουτου πάπα και τη δημιουργία του κοσμικού κράτους του Βατικανού.
Όλες αυτές οι κινήσεις, μαζί με τα ονόματα, τη δομή και το περιεχόμενο τους στον χώρο του Παπισμού, φανερώ­νουν από μόνα τους τον αυταρχικό και απολυταρχικό χαρακτήρα, που προ­σλαμβάνει η αίρεση. Το πρωτείο και το αλάθητο του πάπα, χωρίς πραγματικά ερείσματα στη γραπτή και βιωματική Παράδοση της μιας, αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας, σημαίνει προσπάθεια αυταρχικής επιβολής της ανθρωπίνης θελήσεως συγκεκριμένων προσώπων. Κι αυτό είναι η αίρεση· η προσωπική επιλογή, η αντίθετη προς την αυθεντική Παράδοση της Εκκλησίας.
    Ηεπιμονή του Παπισμού τόσο στο πρωτείο, όσο και στο αλάθητο του πά­πα, φανερώνει την αγωνιώδη προσπάθεια των αιρετικών να βρουν λύση στο επιτακτικόπρόβλημα της ενότητας. Και επειδή απορρίπτουν εκείνη που αποκά­λυψε ο Θεός και εφήρμοσε η αγία του Εκκλησία, εφευρίσκουν αυταρχικά μορ­φώματα, πουυποβαθμίζουν την καθο­δηγητική παρουσία τουΑγίου Πνεύμα­τος. Στη πραγματικότητα ακολουθούν το θέλημα του Διαβόλου, ο οποίος ασκεί την πιο απολυταρχική εξουσία σε όσους τον υπακούν. Όλους αυτούς, όμως, τους ελέγχει αδιάκοπα η θεόπνευστη προτροπή του αποστόλου Πέτρου:«Να ποιμαίνετε το ποίμνιο του Θεού, πουείναι στη δικαιοδοσία σας, όχι αναγκα­στικά αλλά εκούσια, όχι με αισχροκέρ­δεια αλλά με προθυμία και ζήλο, όχι ως δυνάστες στις επισκοπές, που σας κλη­ρώθηκαν, αλλά παρέχοντας οι ίδιοι πρό­τυπα τους εαυτούς σας για το ποίμνιο»(Α' Πε. 5,2-3).
Και βέβαια η «ενότητα» που κατορ­θώνουν οι αιρετικοί με τον αυταρχισμό και την απολυταρχία δεν έχει καμμία σχέση με «τηνενότητα της Πίστεως και της γνώσεως του Υιού του Θεού»(Εφ. 4,13), όπως την αντιλαμβάνεται θεόπνευστα ο απόστολος Παύλος.

ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ»  ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2011

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ
ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ   www.egolpion.com
28  ΑΠΡΙΛΙΟΥ  2011


Read more:http://www.egolpion.net/enothta_apolutarxia.el.aspx#ixzz2jn2arDpi

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου